"Αρχαιοκαπηλεία"

Διαβάζουμε την ιστορία του Stefan Guericke, του Γερμανού διδάκτορα αρχαιολογίας που έγινε ο μεγαλύτερος αρχαιοκάπηλος μη-πρωθυπουργός της σύγχρονης ιστορίας.

Καταδικάστηκε επανειλημμένως για  λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων “ανεκτίμητης αξίας”.

Ανεκτίμητης;

Το "ανεκτίμητης αξίας" χρειάζεται εξήγηση.


Πρώτον, αξία για ποιον;  Το κάθε πράγμα έχει άλλη αξία για τον καθένα.  Το μόνο αντικειμενικό που ξέρουμε για την αξία ενός πράγματος είναι ότι κάποιος το αγόρασε για ένα ποσόν, άρα γι' αυτόν είχε μεγαλύτερη αξία από αυτό το ποσόν, ενώ γι' αυτόν που το πούλησε είχε μικρότερη αξία.


Δεύτερον, αν πας ένα εύρημα "ανεκτίμητης αξίας" σ' έναν έμπειρο αρχαιοκάπηλο ή στον οίκο Κρίστι, μια χαρά θα εκτιμήσουν πόσα πιάνει. Όποιος εμπορεύεται τέτοια πράγματα συχνά, έχει μάθει να κάνει πρόβλεψη. Όταν πουληθεί, θα γνωρίζουμε πλέον όλοι (αντικειμενικά) ότι για κάποιον άξιζε (υποκειμενικά) περισσότερο από κάποιο ποσό. Αυτό θα ληφθεί υπόψιν για να ανανεώσουμε την εκτίμηση της αξίας, δηλαδή να κάνουμε νέα πρόβλεψη, μέχρι να ξαναπουληθεί, κ.ο.κ.  Στην αγορά διαρκώς συνεκτιμώνται τα πάντα, προβλέποντας το εγγύς μέλλον, με γνώμονα τις τιμές που αφορούν πάντα το πρόσφατο παρελθόν.   Οι τιμές δεν συγκλίνουν πουθενά, δεν υπάρχουν "σωστές" ή "αντικειμενικές" τιμές. Αλλάζουν όπως τα γούστα των ανθρώπων. 


Όποτε ακούτε πως κάτι είναι "ανεκτίμητης αξίας", δηλαδή υπερπολύτιμο, φανταστείτε τον εαυτό σας στο κοινό μίας δημοπρασίας και αναρωτηθείτε σε ποια τιμή θα διστάζατε να σηκώσετε το χέρι σας. Κατόπιν προβλέψτε πού θα σταματούσαν και οι άλλοι να σηκώνουν το χέρι τους. Τελικά, όλα έχουν πεπερασμένη αξία όταν βγουν στο σφυρί.


Το ερώτημα


Το θέμα είναι αν η αρχαιοκαπηλεία θεωρείται αδίκημα στον λιμπερταριανισμό. Όχι στον κρατικό νόμο!  Εκεί είναι παράνομο, μην το κάνετε, θα μπλέξετε.  Στον λιμπερταριανισμό, όμως, είναι απλό εμπόριο, αρκεί τα ευρήματα να τα έχεις αποκτήσει δίκαια, να μην τα έχεις κλέψει από κάποιον, και να είναι αληθινά, δηλαδή να μην εξαπατάς τον αγοραστή.


Το κεντρικό ερώτημα είναι

  1. ποιανού είναι κάτι που ανακαλύπτεται στο έδαφος, όπως ένας αμφορέας;
  2. Ποιανού είναι κάτι που βρίσκεται εγκαταλελειμμένο, σε κοινή θέα, για χιλιάδες χρόνια, όπως ένας γκρεμισμένος αρχαίος ναός;

Τα ευρήματα της σκαπάνης


Ο κρατικός νόμος, ως συνήθως, θεωρεί όλα τα άκτητα πράγματα πως είναι του Κράτους.  Ακόμα κι αν σκάβεις σε δικό σου χωράφι, με δικά σου μηχανήματα, έτσι και χτυπήσει το φτυάρι κανένα κυωνόκρανο, την έβαψες.  Θα παρέμβει η εφορία αρχαιοτήτων, θα σού σταματήσει το έργο, θα σού πάρει τα αρχαία, θα περάσει καιρός να σ’ αφήσουν ήσυχο. Δεν φτάνει που σού παίρνουν τα ευρήματα, σού παίρνουν και το χωράφι, τουλάχιστον προσωρινά.


Από λιμπερταριανή άποψη, κάτι που βρίσκεται άκτητο στο υπέδαφος ανήκει σ’ αυτόν που το φέρνει στο φως.  Φέρνοντάς το πάνω, το μετασχηματίζεις σε αγαθό.  Πριν, ήταν μέρος του υπεδάφους, κανείς δεν ήξερε καν πως βρισκόταν εκεί.  Πλέον μπορούμε να το απολαύσουμε, είναι δηλαδή ένα μετασχηματισμένο αγαθό, όπως είναι άλλο ο καφές που φυτρώνει στην Καραϊβική και άλλο ο ίδιος καφές στο φλιτζάνι μου.  Αφού το εύρημα δεν είχε ιδιοκτήτη, λειτουργεί η αρχή του homesteading.


Αν αυτός που ανασύρει το αντικείμενο έχει συμβόλαιο με κάποιον εργοδότη που λέει ότι “σε πληρώνω μεροκάματο και ό,τι βρεις θα είναι δικό μου”, τότε ιδιοκτήτης γίνεται ο εργοδότης. Το ίδιο συμβαίνει όταν ένας εργάτης φτιάχνει κάτι για τον εργοδότη του στο εργοστάσιο, όταν ένας εργολάβος χτίζει ένα σπίτι για κάποιον, κ.ο.κ. (Αυτό οι μαρξιστές το ονομάζουν "αλλοτρίωση" της εργασίας, λες και είναι κάποια βαθιά έννοια στο αφήγημα περί "εχμετάλλευσης". Είναι απλό συμβόλαιο μεταφοράς τίτλου μεταξύ εργάτη κι εργοδότη.)


Αν, για να γίνει ανασκαφή, χρειάζεται να στηθούν μηχανήματα και να πατήσουν τα πόδια τους οι ανασκαφείς στο οικόπεδο κάποιου, τότε ο ιδιοκτήτης του οικοπέδου μπορεί να διαπραγματευτεί με τους ανασκαφείς ότι, προκειμένου να τούς επιτρέψει την πρόσβαση, ό,τι βρεθεί θα ανήκει σ’ αυτόν.  Αλλά δεν είναι αυτόματα αυτουνού οτιδήποτε βρίσκεται κάτω απ’ το οικόπεδό του, τουλάχιστον πέρα από κάποιο βάθος, ας πούμε απ’ τα 2-3 μέτρα και κάτω.  Όταν οικειοποιείσαι ή αγοράζεις ένα οικόπεδο, αγοράζεις την επιφάνεια και ίσως λίγο χώμα κάτω απ’ την επιφάνεια, δεν αγοράζεις όλο το υπέδαφος μέχρι το κέντρο της Γης, ούτε μέχρι το αντιδιαμετρικό οικόπεδο κάπου στην Κίνα.  Αγοράζεις αυτό που βλέπεις.  Αυτό που αξιοποιείται.  Αυτό που έχει μετασχηματιστεί απ’ την φυσική του κατάσταση σε αγαθό. Το υπέδαφος δεν έχει μετασχηματιστεί, ούτε είναι οικονομικό αγαθό, μέχρι να φτάσεις σ' αυτό και να το κάνεις κάτι.  Πχ ορυχείο ή θεμέλιο σπιτιού ή αρχαιολογική ανασκαφή.  Αν, δηλαδή, κάποιος σκάψει 10 μέτρα κατακόρυφα στο δικό του χωράφι, φτάσει σε άκτητο βάθος, και μετά σκάψει οριζοντίως και βρεθεί κάτω απ’ το δικό σου χωράφι (χωρίς να το αλλοιώσει), και βρει κάτω απ’ το χωράφι σου έναν αμφορέα, είναι δικός του.  Δεν χρειάζεται την άδειά σου για να σκάψει οριζοντίως, βαθιά κάτω απ'το χωράφι σου.  Αρκεί το βάθος να είναι αρκετό.  Αν τα 10 μέτρα δεν φτάνουν και πρέπει να είναι 20 ή 30 είναι ένα ζήτημα ποσοτικό, ζήτημα της εκάστοτε αγοράς νόμου, αλλά ποιοτικά δεν έχει μεγάλη σημασία.

Τα κτίσματα

Κάτι παρόμοιο ισχύει και για ευρήματα που βρίσκονται στην επιφάνεια, όπως ένας γκρεμισμένος ναός.  Ακόμα κι αν αυτά τα πράγματα είχαν κάποτε δίκαιο ιδιοκτήτη, ο τίτλος έχει προ πολλού χαθεί.  Για να μην είχε χαθεί, θα έπρεπε να υπάρχει συγκεκριμένος κληρονόμος.  Πχ, αν αρχικός ιδιοκτήτης της Ακρόπολης ήταν ο Φειδίας (που δεν ήταν, αλλά έστω!), θα έπρεπε να έχει ξεκάθαρα αφήσει τον τίτλο σε κάποιο παιδί του, που να τον είχε αφήσει σε κάποιο εγγόνι του, που να τον είχε πουλήσει σε κάποιον, κ.ο.κ., μέχρι σήμερα.  Η ιδιοκτησία αφορά συγκεκριμένα άτομα.


Η έννοια της “εθνικής κληρονομιάς” είναι μια αερολογία που εφηύραν οι κυβερνήσεις εθνικιστικών κρατών για να δικαιολογήσουν την αρπαγή όλων των αρχαιοτήτων που ανάγονται σε κάποιον πολιτισμό, στον οποίο υποτίθεται ότι το κράτος έχει την αποκλειστικότητα.


Ακόμα και η “οικογενειακή κληρονομιά” δεν στέκει, πόσο μάλλον η “εθνική”.  Η πραγματική κληρονομιά είναι μεταβίβαση κάποιου τίτλου από άτομο σε άτομο, συνήθως με μηδενικό αντίτιμο και μόλις ο δωρητής πεθάνει.  Αν κάποιος δεν έχει ορίσει κληρονόμο, κληρονόμος δεν υπάρχει και το πράγμα μένει άκτητο, ακόμα κι αν έχει παιδιά!  Δεν είναι γενετικό δικαίωμα η κληρονομιά.  Μπορεί κάποιος να είναι παιδί του μακαρίτη, αλλά ο μακαρίτης να ήθελε να δώσει την περιουσία του αλλού, ή να μην την δώσει σε κανέναν και να μείνει άκτητη.  Οπότε, δεν αρκεί να πει κάποιος "ο Φειδίας ήταν πρόγονός μου".  Αυτό μπορούν να το ισχυριστούν εκατομμύρια άνθρωποι διαφόρων εθνικοτήτων. Αλλά δεν αρκεί.  Πρέπει κάποιος να προσκομίσει στοιχεία ότι ο Φειδίας άφησε τον τίτλο σε κάποιον και έφτασε από χέρι σε χέρι στον σημερινό διεκδικητή, που δεν χρειάζεται να είναι ούτε Έλληνας ούτε απόγονος του Φειδία, αφού, στην διαδρομή, ο τίτλος μπορεί να είχε πουληθεί και σε έναν Αιθίοπα ας πούμε.  Δεν έχει καμία σχέση ούτε ο πολιτισμός ούτε το DNA.


Ρεαλιστικά, τέτοιοι τίτλοι δεν υπάρχουν.  Οπότε όλα αυτά είναι άκτητα, διαθέσιμα προς οικειοποίηση από οποιονδήποτε, ασχέτως φυλής και γλώσσας.


Όποιος αξιοποιήσει πρώτος έναν αρχαίο ναό τον οικειοποιείται. Πχ μπορεί να τον μετατρέψει σε μπαρουταποθήκη, σε πορνείο, σε χώρο ανάρτησης των κομματικών του πανό (αυτά έχουν ήδη συμβεί με την Ακρόπολη), σε ντισκοτέκ, σε μουσείο, σε καζίνο, σε οτιδήποτε θέλει αυτός. Κι αν δεν είναι κανενός, μπορεί ακόμα και να τον βάλει στόχο για τα κανόνια του. (Κι αυτό έχει γίνει, με κρατικά κανόνια.)


Αξιοποίηση


Κάποιοι λιποθυμούν στην ιδέα ότι ο Παρθενώνας θα μπορούσε να ανήκει σε έναν καουμπόι που θα τον έκανε καζίνο, αλλά δεν μπορούν με την βία να το αποτρέψουν.  Μπορούν να κάνουν αυτοί πρώτοι την οικειοποίηση, ή να κάνουν μια προσφορά να αγοράσουν τον Παρθενώνα από τον καουμπόι, ή να τού προσφέρουν κίνητρα να φτιάξει ένα μουσείο αντί του καζίνο.


Το παρήγορο είναι ότι, συνήθως, τέτοια ευρήματα έχουν μεγαλύτερη εμπορική αξία ως μουσεία παρά ως καζίνα, αφού καζίνο μπορούμε να φτιάξουμε και σε ιμιτασιόν Παρθενώνα, σαν αυτόν στο Λας Βέγκας, ενώ μουσείο γίνεται μόνο με τον αυθεντικό, οπότε θα ήταν σπατάλη να γίνει ο αληθινός Παρθενώνας καζίνο.


Και το συνεπειολογικό επιχείρημα 


Αν κάποιος θέλει πραγματικά να αναδειχθεί ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, θα έπρεπε να βγάλει το Κράτος-νταβατζή απ' την μέση, να καταργήσει την εφορία αρχαιοτήτων (όπως κάθε εφορία) και να αφήσει τους ανθρώπους να σκάψουν όπου μπορούν και να εκμεταλλευτούν τα αρχαία που θα βρει ο καθένας.


Σε αρχαιοκάπηλους χρωστάμε πολλά ευρήματα που σήμερα δεν είναι θαμμένα αλλά βρίσκονται σε κρατικές και ιδιωτικές συλλογές. Αν περιμέναμε την εφορία αρχαιοτήτων να ξεθάψει όλα τα αρχαία ώστε μετά να μείνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι χωρίς αντικείμενο, σωθήκαμε. 🙂


Όσοι φοβούνται ότι οι ιδιώτες αρχαιολόγοι θα έκαναν ζημιές, ας εξηγήσουν γιατί να κάνει ζημιές κάποιος στην προσωπική του περιουσία.  Και γιατί εμπιστεύονται περισσότερο τον δημόσιο υπάλληλο, που κάνει μια ανασκαφή χωρίς να περιμένει να προσθέσει στην περιουσία του το αντικείμενο που βρίσκει;  Απλά στο φιλότιμο το ρίχνουν;  Τα κίνητρα δεν παίζουν ρόλο;


Όσο για βλάβες που έχουν ήδη γίνει από κάποιους αρχαιοκάπηλους, μην ξεχνάμε ότι αυτοί σήμερα δουν παρανόμως.  Οι συνθήκες είναι τέτοιες που στην λαθραία δραστηριότητα προσελκύονται κυρίως αδίστακτοι, παραβατικοί τύποι.  Η ποιότητα της ιδιωτικής αρχαιολογίας θα ήταν πολύ ανώτερη αν δεν ήταν παράνομη, ακριβώς όπως η ηρωίνη είναι βρώμικη όταν την εμπορεύονται άνθρωποι της παρανομίας αλλά καθαρή όταν την εμπορεύονται φαρμακευτικές εταιρείες και την δουλειά την κάνουν επιστήμονες επαγγελματίες.


Όπως το Κράτος, με τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών, ευθύνεται για εκατομμύρια θανάτους εμπόρων και χρηστών που ζουν σε συνθήκες παρανομίας, έτσι ευθύνεται και για τις βλάβες που έχουν υποστεί πολλά αρχαία ευρήματα από ανασκαφείς που δρουν σε συνθήκες παρανομίας.  Τα κίνητρα σήμερα είναι τέτοια που, αν χτυπήσεις με το φτυάρι κανέναν αμφορέα στο χωράφι σου, τού δίνεις μια να γίνει κομμάτια πριν τον πάρουν χαμπάρι και μπλέξεις.  Πολλά αρχαία τα έχει φάει η μπουλντόζα, για να αποφευχθεί το μπλέξιμο. 


Αν η ιδιωτική αρχαιολογία επιτρεπόταν, αντί να την λένε "αρχαιοκαπηλεία" και να την διώκουν, τότε θα ήταν ευλογία να βρεις έναν αμφορέα στο χωράφι σου.  Θα έπαιρνες τηλέφωνο μια αρχαιολογική εταιρεία και θα σε πλήρωνε για να τής παραχωρήσεις το εύρημα. Θα ανταγωνίζονταν μεταξύ τους οι εταιρείες ποια θα σού έκανε την ζωή ευκολότερη και πλουσιότερη, αντί να έρχεται το Κράτος, με τον τσαμπουκά, να βάζει κορδέλα γύρω από το χωράφι σου, λες κι έκανες κανένα έγκλημα.


Επιπλέον, αν η αρχαιολογία ήταν ιδιωτική, με κίνητρο το κέρδος, και υπήρχε αγορά αρχαιοτήτων που να τις τιμολογεί, θα μπορούσαμε να κάνουμε οικονομικό υπολογισμό.  Δεν είναι απαραίτητο η αρχαιολογική αξιοποίηση να είναι πάντα προτιμότερη από άλλες αξιοποιήσεις.  Ας πούμε, συμφέρει να χαλάσουμε ένα αρχαίο θέατρο για να χτίσουμε ένα υπόγειο πάρκινγκ, ή συμφέρει να το χτίσουμε αλλού;  Εξαρτάται απ' την προοπτική αξιοποίησης του αρχαίου θεάτρου, απ' την αξία της γης εδώ και αλλού, απ' την ανάγκη για πάρκινγκ κλπ.  Όλα αυτά δεν τα ξέρει κανείς χωρίς αγορά και σύστημα τιμών.  Αυτό είναι το γνωστό πρόβλημα του οικονομικού υπολογισμού.  Και σήμερα το Κράτος θυσιάζει κάποιες αρχαιότητες, πχ για να φτιάξει τo μετρό.  Απλώς, δεν είναι βέβαιο ότι λαμβάνει υπόψιν την μέγιστη δυνατή πληροφορία ώστε να αποφύγει τις σπατάλες.  Χωρίς ελεύθερη αγορά αρχαιοτήτων, το Κράτος μπορεί να σφάλλει άλλοτε υπερτιμώντας κι άλλοτε υποτιμώντας τις αρχαιότητες.